17 Απριλίου, 2007

Πόσο Ορθόδοξοι είμαστε άραγε; - Ιαν'07

Πόσο Ορθόδοξοι είμαστε άραγε;

Σε έξαρση βρίσκονται η φιλολογία τα κουτσομπολιά και τα πάσης φύσεως σχόλια στον απόηχο των δυο «κοσμοϊστορικών» επισκέψεων, αυτών του Πάπα Ρώμης στο Φανάρι, και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών στην Ρώμη. Όπως είπα, τα σχόλια πολλά, και οι γνώμες διιστάμενες, κινούμενες ως είθισθαι στην λαοφιλή λογική του άσπρου-μαύρου, φυσικά δίχως ενδιάμεσες αποχρώσεις:

Οι μεν, συνήθως από του ραδιοφωνικού άμβωνος της Εκκλησίας της Ελλάδος, πασχίζουν να μας πείσουν με γλυκανάλατα επιχειρήματα και λυρικούς συναισθηματισμούς, για δήθεν ιστορικές στιγμές που βιώνουμε, για επικείμενη «επανένωση των εκκλησιών», για αποκατάσταση κοινωνίας, για εγκαθίδρυση αγάπης και κατανόησης μεταξύ των δυο χριστεπώνυμων πληρωμάτων και λοιπά ανόητα και έξαλλα που εφευρίσκουν προς δικαιολόγηση (τραβηγμένη από τα μαλλιά) επιλογών καθαρά πολιτικών.

Οι δε, από ποικίλλων άλλων αμβώνων, ενίοτε και εντός Ναού, ωρύονται εκτοξεύοντας αστραπόβροντα και κατάρες εναντίον των Αιρετικών παπικών, των Αντιχρίστων, των έτσι και των αλλιώτικων κακών-κακίστων που πάνε να μας φάνε εμάς τους καλούς, και λοιπά έξαλλα και ανόητα επίσης.

Όμως, ως γνωστόν τοι πάσι, ο υπογράφων αποστρέφεται κάθε είδους γενικεύσεις, αφορισμούς, συνθήματα και κραυγές, ως πάνυ νοησιοκατασταλτικά, ήγουν σε απλά ρωμαίικα ως μεθόδους εγκεφαλικής πλύσεως, που μας στερούν ό,τι πιο ανθρώπινο, δηλ. την ικανότητά μας να σκεπτόμαστε. Δεν υπάρχει ούτε άσπρο, ούτε μαύρο, αλλά ευτυχώς τα πάντα είναι γκρίζα, φαιά, και καλούν την φαιά μας ουσία σε δράση, για να τα αναλύσει και να τα αξιολογήσει. Σε πείσμα όλων όσων μας θέλουν πρόβατα καταναλωτικά των προϊόντων, των ιδεών και των θρησκοληψιών τους.

Κανείς από τους μεν-γλυκανάλατους ή τους δε-αστραπόβροντους δεν ψηλάφησε το γεγονός ότι η επταπόθητη (ομολογουμένως) ένωση μάλλον ως ουτοπία θα πρέπει να νοείται, τουλάχιστο στα χρόνια που διανύουμε, κι αυτό γιατί δεν είναι ούτε θέμα καλής διάθεσης των Ανατολικών προς τους Δυτικούς και τούμπαλιν, ούτε φυσικά και θέμα γονυπετούς επιστροφής των μετανενοημένων παπικών στις δικές μας αγκαλιές. Είναι πάνω απ’ όλα υπόθεση χάσματος αβυσσώδους μεταξύ δυο πολιτισμών, του δυτικού που εδράζεται πάνω στο ρωμαϊκό δίκαιο της θεοποίησης των θεσμών και στον βαρβαρικό παγανιστικό «ορθολογισμό» και του μυστικιστικού ανατολικού των υπαρξιακών σχέσεων και της καρδιακής εμπειρικής γνώσης. Μπορεί το μίσος μεταξύ των δυο κόσμων να επουλωθεί, ως οφείλει, αλλά το χάσμα στην νοοτροπία χρειάζεται ένα θαύμα για να γεφυρωθεί. Η «αίρεση» του δυτικού κόσμου είναι στην ουσία της ένας άλλος τρόπος σκέψης και θεώρησης του παντός, που εδώ και χιλιετίες διαποτίζει συνεχώς την ψυχή του δυτικού πολιτισμού. Και φυσικά είναι αδύνατο να αναιρεθεί η αίρεση αυτή, δίχως να καταρρεύσει ολόκληρο το Δυτικό οικοδόμημα.

Αλλά μήπως και εμείς οι άλλοι, οι Ορθόδοξοι, οι φυλάττοντες την Αλήθεια ως κόρη οφθαλμού, είμαστε και τοοοόσο ορθόδοξοι και τοοοόσο φυλάττοντες, όσο νομίζουμε; Μήπως κάπου στην πορεία παρεκκλίναμε κι εμείς; Μήπως αντί να οικτιρίζουμε και να σιχτιρίζουμε τους βαρβαρόφραγκους, καλό θα ήταν να ασκούσαμε λίγη αυτοκριτική, να επιχειρούσαμε στοιχειωδώς λίγη σε βάθος αυτογνωσία; Πόσο Ορθόδοξοι είμαστε άραγε; Τα γένια και τα ράσα αρκούν για να μας κάνουν τον παπά;

Και δεν εννοώ το κατά πόσο πολύ μελετούμε την Γραφή, αυτό το κάνει περισπούδαστα ο κάθε τυχαίος ξεχασμένος αμερικανόβλαξ οπαδός της τάδε συνοικιακής μικροαίρεσης του Μισσισιπή, δεύτερη στροφή δεξιά. Αλλά, για παράδειγμα, ποια είναι η απόσταση η δική μας από την Αυγουστίνεια Θεολογία, πάνω στην οποία βασίστηκε ολόκληρο το διεστραμμένο εκκλησιαστικό οικοδόμημα της Δύσης, με όλα του τα συνεπακόλουθα αδιέξοδα; Φοβάμαι πως είναι μηδενική. Προτού ουρλιάξουν μερικοί, υπενθυμίζω ότι η δικανική αντίληψη και προσέγγιση των σχέσεων Θείου κι Ανθρώπινου έχει οσμώσει στα κατάβαθα της «ορθόδοξης» σκέψης μας, εκφυλίζοντας αυτές τις σχέσεις σε σχέσεις ενοχής, αξιομισθίας, ανταπόδοσης και τιμωρίας. Και πάντως όχι σε σχέσεις αγάπης. Κι αν αυτό είναι σίγουρα λυπηρό, δεν είναι εξοργιστική η de facto αποδοχή εκ μέρους μας ανιστόρητων ιδεοληψιών σαν κι αυτή της Ανσελμικής προσβολής της άπειρης θείας δικαιοσύνης, και άρα της ανάγκης εξιλασμού μέσω ενός άπειρου θύματος; Μήπως αυτά δεν έχουν κατά καιρούς διδαχθεί και από δικούς μας άμβωνες, από στόματα «έγκριτων» ιεροκηρύκων; Πότε αυτοί οι «έγκριτοι» κύριοι, οι οποίοι αρέσκονται να γεμίζουν ενοχές ένα φοβισμένο εκκλησίασμα, μίλησαν για την έννοια του Προσώπου, κεντρικό άξονα στην Ανατολική Θεολογία, παντελώς άγνωστη στους Δυτικούς;

Γιατί μας ενοχλεί το παπικό «πρωτείο», όταν οι ίδιοι εμείς μιλάμε για «προκαθήμενο» της εκκλησίας μας, πετώντας στα σκουπίδια το συνοδικό σύστημα; Γιατί μας ξενίζει το αλάθητο, όταν ο καθένας μας, ρασοφόρος ή μη, ξορκίζοντας στην ουσία τις μύχιες και κρύφιες ανασφάλειές του, οχυρώνεται πεισματικά πίσω από τα ατομικά του θρησκοληπτικά συμπλέγματα, και αγνοεί αυτό που λέγεται Εμπειρία και Αλήθεια του εκκλησιαστικού σώματος; Γιατί τόσο κοπτόμαστε για την εκκοσμικευμένη παπική αλαζονεία, όταν κι ο δικός μας κλήρος αρέσκεται να δηλώνει «εκπρόσωπος του Θεού επί της Γης», λες κι ο Παράκλητος χρειάζεται εκπροσώπους, ωσεί απών; Μήπως κι εμείς πια δεν μιλάμε για «αγιοποιήσεις», λησμωνόντας πως κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο στην εκκλησία μας που μόνο να «ανακηρύσσει» μπορεί; Κατηγορούμε πανεύκολα την παπική κοσμική ισχύ και χλιδή, αλλά κι εμείς πια ούτε που μπορούμε να ορίσουμε την έννοια της ακτημοσύνης. Φωνάζουμε και τσιρίζουμε για την ουνία, και ξεχνούμε το δικό μας διεστραμμένο μπάχαλο στις ορθόδοξες Εκκλησίες της διασποράς, όπου στο ίδιο μέρος έχουμε Έλληνα, Βούλγαρο, Ρώσο, Σκοπιανό, Κινέζο, Κογκολέζο, και Λαισρτυγόνα (αν μπορούσαμε) επίσκοπο! Δεν μας φτάνει που εγίναμε χίλια κομμάτια, η ένωση με τους παπικούς μας μάρανε.

Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει κι άλλα πολλά, όπως για παράδειγμα θα μπορούσε να μιλήσει για έντονη προτεσταντόφερτη αποπνευματικοποίηση της εκκλησιαστικής μας ζωής, μα δεν είναι αυτός ο σκοπός του παρόντος πονήματος. Αυτό που επιθυμώ να καταδειχθεί είναι ότι προτού αρχίσουμε να μιλούμε για ένωση ή μη, θα πρέπει να ενδοσκοπήσουμε στα δικά μας χάλια, να δούμε που «πήραμε την ζωή μας λάθος», και για ποιους λόγους φαλτσάραμε, όπου φαλτσάραμε, από την αρχική μας πορεία. Έπειτα, κάθε κουβέντα για ένωση ή μη γίνεται πιο ξεκάθαρη, πιο εύκολη, και οπωσδήποτε πιο έντιμη. Διότι, όταν οι καιροί είναι κρίσιμοι, όπως αυτοί που ζούμε τώρα, όποιος βιαστικά εξάγει συμπεράσματα θα εκτεθεί έναντι της ιστορίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: