30 Δεκεμβρίου, 2008

Οι ήρωες και τα σούργελα


Παραθέτω την παρακάτω δημοσίευση από γνωστό ιστολόγιο, με την οποία και συμφωνώ απολύτως, και γι΄αυτό και συγχαίρω τους διαχειριστές του.
Διαβάστε την συνέχεια στο λινκ>>>

http://hellas-orthodoxy.blogspot.com/2008/12/blog-post_8142.html

18 Δεκεμβρίου, 2008

Σκοτώνουν τα παιδιά μας!!!


Η σκηνή γνωστή τώρα πια σε όλους μας. Εκείνος έφηβος δεκαπεντάρης, γυρίζει βραδάκι σπίτι του. Η πόλη πολύβουη και απρόσωπη. Στο μοιραίο σταυροδρόμι κόβεται το νήμα της ζωής του, “δι' αφορμήν ασήμαντον”, όσο ασήμαντη μπορεί να είναι η ασυνειδησία ενός ανθρώπου.

Ο φονιάς περίπου 40άρης, “καλός οικογενειάρχης” κατά τα άλλα, άνθρωπος των 700 ευρών, κυκλοφορούσε και οπλοφορούσε επικινδύνως. Δημόσιος δηλαδή κίνδυνος, μόνο που κανείς δεν είχε ασχοληθεί με αυτό, μέχρι την μοιραία νύχτα τουλάχιστο. Κόβει το νήμα της ζωή του παιδιού, έτσι, για πλάκα. Το όπλο του εγκλήματος καινούριο, ακριβό, καλογυαλισμένο. Αντικείμενο φετιχιστικό του πόθου, από καιρό έβαζε φράγκα στην άκρη για να το πάρει. Μάλιστα το επεδείκνυε και στους συναδέλφους του εκείνο το μοιραίο απόγευμα, Πρόσφατο απόκτημα, δυνατό εργαλείο. Κάποιοι μισοζήλεψαν κιόλας. “Τον μπαγάσα!” Στον δρόμο που κυκλοφορούσε καμάρωνε επιδεικτικά μαζί του. Βέβαια! Του έδινε κύρος, μια ψευδαίσθηση ισχύος. “Ποιός θα μου κουνηθεί τώρα;” Προέκταση του συμπλεγματικού ανδρισμού του, καθώς ό,τι ελλιπές χρειάζεται και την προέκτασή του.

Τα όπλα όμως σκοτώνουν, ειδικά σε ανεύθυνα χέρια, κι έτσι το κακό δεν άργησε να συμβεί. Η συνέχεια γνωστή. Η ταυτότητα του θύματος άγνωστη. Τηλεφώνημα στην μητέρα από το προσωπικό τηλέφωνο του νεκρού πια εφήβου. Το μόνο τηλεφώνημα που τρέμει κάθε γονέας από τις 10 το βράδυ και μετά. “Παρακαλώ να έρθετε στο νοσοκομείο με κάποιον συγγενή σας, το παιδί σας είναι σοβαρά!” Φυσικά. Σοβαρότερα δεν γίνεται, αλλά πώς να το πεις μια τέτοιαν ώρα; Γιατί εκείνη την ώρα δεν έχει χαθεί μόνο μια ανθρώπινη ζωή. Τελειώνουν και οι ζωές όλων όσων τον αγαπούν. Κι αυτό καμμιά γλώσσα δεν το εκφράζει.

Και η συνέχεια γνωστή; Όχι και τόσο. Την επαύριον η κηδεία. Κάποιοι συγγενείς, κάποιοι φίλοι, όλοι οι συμμαθητές και οι δάσκαλοι. “Κρίμα το παιδί” είπαν οι γείτονες. Κι αυτό ήταν όλο. Την επομένη ξεχάστηκε, και η ζωή συνέχισε να κυλά αμέριμνη. Ένα παιδί ακόμα νεκρό. Ε, και; Το πρώτο θα είναι ή το τελευταίο; Κανείς δεν λυπήθηκε περισσότερο. Και δυστυχώς κανείς δεν χάρηκε στα μύχια και κρύφια της ψυχής του, καθώς δεν του δόθηκε ούτε τώρα η ποθούμενη αφορμή για “επανάσταση”, για “έκρηξη οργής” και λοιπές δικαιολογίες τυφλού μίσους. Άλλος ένας νεκρός έφηβος που θα γλιτώσει –ευτυχώς- από την μηδενιστική ασέλγεια της δήθεν ηρωοποίησής του από το σάπιο Σύστημα.

Ο φονιάς συνελήφθη, αλλά του ασκήθηκε δίωξη για ανθρωποκτονία από αμέλεια, και αφέθηκε ελεύθερος. Το αστικό κομμάτι της υπόθεσης ίσως τον ταλαιπωρήσει, αλλά θα πληρώσει εν τέλει η ασφαλιστική τα σπασμένα. Το όπλο του εγκλήματος δεν δείχνει πια τόσο λαμπερό και καινούριο. Καθαρίστηκε βέβαια από τα αίματα και τα υπολείμματα της σάρκας, αλλά θα κάνει λίγο καιρό στο “φανοποιεία-βαφαί” της γειτονιάς προτού ξαναγίνει η φετιχιστική προέκταση του ελλιπούς αντρισμού και μπορέσει ξανά να αφαιρέσει κι άλλες ζωές.

Και η ζωή συνεχίζεται. Γιατί δεν ήταν μόνο αυτό το παιδί. Ήταν και είναι καθημερινά και τόσα άλλα. Εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες. Συνηθίσαμε πια, κανείς μας δεν νοιάζεται. Κανείς δεν οργίζεται, δεν διαδηλώνει, δεν σπάει. Όλα καλά, όλα ανθηρά. Το κράτος -ο βαθύς ανάλγητος αυτουργός- βολικά σιωπηλό. Γιατί να ιδρώσει το αυτί του; Αφού κανείς δεν αντιδρά. Αφού είναι αυτονόητο πως οι ψηφοφόροι θα συνεχίζουν να το στηρίζουν, ενώ τα παιδιά τους θα συνεχίζουν να σκοτώνονται. Το πολύ-πολύ να ελπίζει -αφελώς και ηλιθίως- ο καθένας μας από την πλευρά του πως το επόμενο παιδί δεν θα είναι το δικό του, αλλά του γείτονα. Κι έτσι, μέσα στην χωματερή παρακμή της παράνοιάς μας, επιμένουμε να κοιτάζουμε χανωδώς υπνωτισμένοι και βλακωδώς “οργισμένοι” το δέντρο που μας πασάρουν τα ΜΜΕ. Και πάντα να χάνουμε το δάσος.

15 Δεκεμβρίου, 2008

"Την πατρίδα ουκ ελάττω παρέδωκεν"

Σε καιρούς κατάρρευσης της κοινής λογικής, όπου εξέλιπε το κοινό σημείο αναφοράς μιας κοινωνίας, που ως εκ τούτου (για πρώτη φορά στην ιστορία της) δυστυχώς δεν συνιστά πλέον κοινωνία, επέλεξα συνειδητά να σιωπήσω.

Πρωτίστως από πένθος. Για την πατρίδα μου που βουλιάζει. Που την αγάπησα σαν μητέρα και ονειρεύτηκα την ελευθερία και την προκοπή της.

Δευτερευόντως διότι ο λόγος τις μέρες αυτές παραμένει τραγικά κενός, αδυνατώντας μέσα στο χάος των ασυνάρτητων κραυγών να βρεί έλλογους αποδέκτες.

Το 'φεραν οι περιστάσεις όμως αλλιώς, και θα μιλήσω, -ώ, της ειρωνίας- πάλι από πένθος:

Κάποτε η πατρίδα μου ήταν μεγάλη. Όχι σε έκταση ή πληθυσμό, αλλά σε ανάστημα. Οι άλλοι λαοί είτε την σέβονταν, είτε την ζήλευαν, είτε την μισούσαν. Για τον ίδιο πάντα λόγο, διότι ο δικός της λαός κατείχε τον τρόπο του ορθώς διανοείσθαι κι αυτό το κοινωνούσε, συγκροτώντας Πολιτεία. Και γιαυτό ακριβώς η Πατρίδα ήταν σπουδαία. Δεν ήξερε ο λαός ούτε από "δικαιώματα" ούτε από "διεκδικήσεις", αλλά τον ένοιαζε η προσφορά και το χρέος. Οι έφηβοί της δεν "οργίζονταν" αν δεν τα είχαν όλα έτοιμα στο πιάτο. Μόνο δίνανε όρκο. Να μην παραδώσουν την Πατρίδα μικρότερη από όση την παρέλαβαν. Να πιστεύουν στα ιερά της Πόλης και στους θεσμούς, και να μην αφήσουν κανέναν να αναιρέσει τα θέσμια ή να τα αμφισβητήσει. Τότε και μόνο γίνονταν δεκτοί στην κοινωνία ως ενήλικες, με ευθύνη και με λόγο επί των κοινών. Όχι νωρίτερα.

Οι γραμμές αυτές όμως δεν γράφονται ως απαξίωση της νεοελληνικής εφηβείας, αλλά ως μνημόσυνο τιμής σε αυτόν που, πιστός στον όρκο εκείνον τον παλιό, αρνήθηκε να παραδώσει πατρίδα μικρότερη από αυτήν που παρέλαβε. Είχε τότε διαγγείλει: "Παρέλαβα Κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω «Κοινότητα» χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα."

Είναι θαρρείς μια μόνο φορά στην ζωή του καθενός, που καλείται να πει το μεγάλο ΝΑΙ ή το μεγάλο ΟΧΙ. Και η Ψυχή, που δεν κατέχει από λογικές και τέτοια, σκάει, επαναστατεί, και κραυγάζει το ΝΑΙ ή το ΟΧΙ, ενάντια σε κάθε ορθολογικό υπολογισμό, κι αυτό την καθαγιάζει εις τον αιώνα, ή την κολάζει εις τον αιώνα. Αυτό έκανε και ο εκλιπών. Και καθαγίασε, νομίζω, το όνομά του στην Ιστορία.

Ας έχει ο Θεός αναπαυμένη της ψυχούλα του Τάσσου. Και καλή φώτιση κι ελόγου μας, αμήν.